32 Теперь же узрите, владыки земные, суд Господень, ибо велик Царь и праведен, судящий поднебесную.
33 Благословляйте Бога, боящиеся Господа в мудрости, ибо милость Господня в день суда – на боящихся Его,
34 когда разведет Он праведного и грешника, воздаст грешникам навеки по делам их
35 и помилует праведного, освободит от унижения перед грешником, воздаст грешнику за то, что он сделал праведному.
36 Ибо благ Господь к уповающим на Него с твердостью. Да сделает Он по милости Своей тем, кто с Ним, да пребудут непрестанно пред лицем Его в силе.
37 Славен Господь вовек пред лицем слуг Его!
Греческий текст:
1 έν τφ ύπερηφανεύεσθαι τόν αμαρτωλόν έν κριφ κατέβαλε τείχη Οχυρά καΐ ούκ έκώλυσας
2 άνέβησαν έπΐ τό θυσιαστήριόν σου έθνη άλλότρια κατεπατοΟσαν έν ύποδήμασιν αύτών έν ύπερηφανίφ
3 άνθ ’ ών οί υίοΐ Ιερουσαλήμ έμίαναν τά άγια κυρίου έβεβηλοΟσαν τά δώρα τοΟ θεοΟ έν άνομίαις
4 ένεκεν τούτων είπεν άπορρίψατε αύτά μακράν άπ’ έμοΟ ούκ εύδοκώ έν αύτοΐς
5 τό κάλλος τής δόξης αύτής έξουθενώθη ένώπιον τοΟ θεοΟ ήτιμώθη έως είς τέλος
6 οί υίοΐ καΐ αί θυγατέρες έν αίχμαλωσίφ πονηρή έν σφραγΐδι ό τράχηλος αύτών έν έπισήμψ έν τοΐς έθνεσιν
7 κατά τάς αμαρτίας αύτών έποίησεν αύτοΐς Οτι έγκατέλιπεν αύτούς είς χεΐρας κατισχυόντων
8 άπέστρεψεν γάρ τό πρόσωπον αύτου άπό έλέους αύτών νέον καΐ πρεσβύτην καΐ τέκνα αύτών είς άπαξ Οτι πονηρά έποίησαν είς άπαξ του μη άκούειν
9 καΐ ό ούρανός έβαρυθύμησεν καΐ ή γη έβδελύξατο αύτούς Οτι ούκ έποίησε πδς άνθρωπος έπ’ αύτης Οσα έποίησαν
10 καΐ γνώσεται ή γη τά κρίματά σου πάντα τά δίκαια ό θεός
11 έστησαν τούς υιούς Ιερουσαλημ είς έμπαιγμόν άντΐ πορνών έν αύτη πδς ό παραπορευόμενος είσεπορεύετο κατέναντι του ήλίου
12 ένέπαιζον ταΐς άνομίαις αύτών καθά έποίουν αύτοί άπέναντι του ήλίου παρεδειγμάτισαν άδικίας αύτών
13 καΐ θυγατέρες Ιερουσαλημ βέβηλοι κατά τό κρίμα σου άνθ’ ών αύταΐ έμιαίωσαν αύτάς έν φυρμφ άναμείξεως
14 την κοιλίαν μου καΐ τά σπλάγχνα μου πονώ έπΐ τούτοις
15 έγώ δικαιώσω σε ό θεός έν εύθύτητι καρδίας Οτι έν τοΐς κρίμασίν σου ή δικαιοσύνη σου ό θεός
16 Οτι άπέδωκας τοΐς άμαρτωλοΐς κατά τά έργα αύτών καΐ κατά τάς άμαρτίας αύτών τάς πονηράς σφόδρα
17 άνεκάλυψας τάς άμαρτίας αύτών ϊνα φανΠ τό κρίμα σου έξήλειψας τό μνημόσυνον αύτών άπό της γης
18 ό θεός κριτής δίκαιος καΐ ού θαυμάσει πρόσωπον
19 ώνείδισαν γάρ έθνη Ιερουσαλημ έν καταπατήσει κατεσπάσθη τό κάλλος αύτης άπό θρόνου δόξης
20 περιεζώσατο σάκκον άντΐ ένδύματος εύπρεπείας σχοινίον περΐ τήν κεφαλήν αύτης άντΐ στεφάνου
21 περιείλατο μίτραν δόξης ήν περιέθηκεν αύτΠ ό θεός έν άτιμίφ τό κάλλος αύτης άπερρίφη έπΐ τήν γην
22 καΐ έγώ είδον καΐ έδεήθην του προσώπου κυρίου καΐ είπον ίκάνωσον κύριε του βαρύνεσθαι χεΐρά σου έπΐ Ιερουσαλημ έν έπαγωγΠ έθνών
23 Οτι ένέπαιξαν καΐ ούκ έφείσαντο έν όργη καΐ θυμφ μετά μηνίσεως καΐ συντελεσθήσονται έάν μή σύ κύριε έπιτιμήσης αύτοΐς έν όργη σου
24 Οτι ούκ έν ζήλει έποίησαν άλλ’ έν έπιθυμίφ ψυχης έκχέαι τήν όργήν αύτών είς ήμδς έν άρπάγματι
25 μή χρονίσης ό θεός του άποδουναι αύτοΐς είς κεφαλάς του είπεΐν τήν ύπερηφανίαν του δράκοντος έν άτιμίρ
26 καΐ ούκ έχρόνισα έως έδειξέν μοι ό θεός τήν υβριν αύτου έκκεκεντημένον έπΐ τών όρέων Αίγύπτου ύπέρ έλάχιστον έξουδενωμένον έπΐ γης καΐ θαλάσσης
27 τό σώμα αύτου διαφερόμενον έπΐ κυμάτων έν υβρει πολλη καΐ ούκ ήν ό θάπτων Οτι έξουθένωσεν αύτόν έν άτιμίρ
«СУД царя Соломона». Гравюра. Художник неизвестен. 1780 г.
28 ούκ έλογίσατο ότι άνθρωπός έστιν και τό ύστερον ούκ έλογίσατο
29 είπεν έγώ κύριος γης και θαλάσσης εσομαι και ούκ έπέγνω ότι ό θεός μέγας κραταιός έν ίσχύι αύτου τη μεγάλη
30 αύτός βασιλεύς έπι των ούρανών και κρίνων βασιλείς και άρχάς
31 ό άνιστών έμέ εις δόξαν και κοιμίζων ύπερηφάνους εις άπώλειαν αίώνος έν άτιμίρ ότι ούκ εγνωσαν αύτόν
32 και νυν ι'δετε οι μεγιστάνες της γης τό κρίμα του κυρίου ότι μέγας βασιλεύς και δίκαιος κρίνων την ύπ’ ούρανόν
33 εύλογεΐτε τόν θεόν οΙ φοβούμενοι τόν κύριον έν έπιστήμη ότι τό ελεος κυρίου έπι τούς φοβουμένους αύτόν μετά κρίματος
34 του διαστεΐλαι άνά μέσον δικαίου και αμαρτωλού άποδουναι άμαρτωλοΐς είς τόν αίώνα κατά τά εργα αύτών
35 και έλεησαι δίκαιον άπό ταπεινώσεως άμαρτωλου και άποδουναι άμαρτωλφ άνθ’ ών έποίησεν δικαίφ
36 ότι χρηστός ό κύριος τοΐς έπικαλουμένοις αύτόν έν ύπομονη ποιησαι κατά τό ελεος αύτου τοΐς όσίοις αύτου παρεστάναι διά παντός ένώπιον αύτου έν ίσχύι
37 εύλογητός κύριος είς τόν αίώνα ένώπιον δούλων αύτου
Псалом третий
1 Что ты спишь, душа, и не славишь Господа?
2 Пойте новую песнь Богу хвалимому! Пой и бодрствуй, дабы служить Ему, ибо псалом Богу, идущий от всего сердца, благ.
3 Праведные всегда помнят Господа, признают и хвалят суды Господни.
4 Не пренебрежет праведный вразумлением Господним, неизменно благоволение его к Господу.
5 Оступился праведный – и прославил Господа, упал – и взирает, что сделает ему Бог, смотрит, откуда придет спасение к нему.
6 Честны праведные пред Богом, Спасителем их, нет в доме праведного прегрешения на прегрешении.
7 Праведный всегда блюдет дом свой, и в падении своем изгоняя неправедность.